ὑποτασσόμενοι

ὑποτασσόμενοι
подчиняйтесь
подчиняющиеся

Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "ὑποτασσόμενοι" в других словарях:

  • ὑποτασσόμενοι — ὑποτάσσω place pres part mp masc nom/voc pl ὑποτάσσω place pres part mp masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υπείκω — ΜΑ, και επικ. τ. ὑποείκω Α μτφ. υποχωρώ, ενδίδω, υποτάσσομαι (α. «πείθεσθε τοῑς ἡγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑπείκετε», ΚΔ β. «οἱ μοναχοὶ τῷ κληρονόμῳ μου,... ὑποτασσόμενοι καὶ ὑπείκοντες ἔσονται», Μιχ. Ατταλ.) αρχ. 1. αποχωρώ, αποσύρομαι, απομακρύνομαι 2 …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»